Blood

Blood

George

Λοιπόν ξεκινάμε. Απαντώ στο ηχητικό σου οπου αυτολεξεί λες : "οι εξετασεις, αυτο που λεμε φυσιολογικές τιμες, δεν ειναι τιποτα αλλο, παρα οι τιμες που εχουν οι αρρωστοι ανθρωποι". Ας ξεκινησουμε λοιπον με μια πολυ μικρη αναλυση στο γιατι εξ' ορισμου αυτη σου η προταση ειναι λαθος, εξηγώντας αρχικα το τι ειναι φυσιολογικο και επειτα τι ειναι επιστημονικη μεθοδος, εφαρμοζοντας την στο θεμα ως προς αναλυση, που ειναι το πως καταληγουμε στα cut offs απο τα physiological biomarkers. Φυσιολογικός, βαση της ιατρικής ετυμολογίας της λέξης, αναφερεται στην λειτουργια ενος οργανισμου που βρισκεται σε ομοιοσταση, δηλαδη στην συγκεκριμενη περιπτωση ενος ανθρωπινου οργανισμου που δεν νοσει. Οποτε βαση αυτου, λογικο επακολουθο ειναι οι φυσιολογικοι βιοδεικτες να αντιπροσωπευουν ατομα τα οποια τείνουν να βρισκονται σε "ομοιοσταση", δηλαδη ατομα τα οποια ειναι φαινομενικα υγιη (και λεω φαινομενικα, γιατι κανεις δεν βρισκεται σε απολυτη ομοιοσταση και καθως σε απολυτη υγεια). Παμε τωρα να ορισουμε τι ειναι ενας βιοδεικτης επ'ακριβως. Βιοδεικτης λοιπον ειναι μια μια μετρήσιμη και ποσοτικοποιήσιμη βιολογική παράμετρος (υπαρχουν μοριακα, ιστολογικα, ραδιογραφικα και biomarkers φυσιολογιας) που χρησιμεύει ως δείκτης μιας συγκεκριμένης φυσιολογικής κατάστασης. Τι κανουμε τωρα λοιπον, γνωριζοντας οτι οι φυσιολογικοι δεικτες υγειας θα πρεπει να αντιπροσωπευουν υγιή ατομα? Η απαντηση ειναι προφανης, προσπαθουμε μεσω παρατηρησης καταλληλων πληθυσμων εχοντας πρωτα φυσικα αναπτυξει επαρκεις, επιστημονικα, μεθοδους παρατηρησης των προαναφερθεντων, να βρουμε το ευρος μεσα στο οποιο παρατηρειται η "ομοιοσταση". Η επομενη ερωτηση που προκυπτει λοιπον ειναι πως κρινουμε ποιος οργανισμος βρισκεται σε ομοιοσταση και ποιος οχι. Η απαντηση ειναι επισης εξαιρετικα απλη. Αρχικα, αν και πιθανο, δεν ειναι απαραιτητο οι βιοδεικτες να συσχετίζονται με την εμπειρία και την αίσθηση ευεξίας του εκαστοτε ατομου που ειναι προς παρακολουθηση , και είναι εύκολο να φανταστούμε μετρήσιμα βιολογικά χαρακτηριστικά που δεν αντιστοιχούν στην κλινική κατάσταση των ασθενών και μη, ή των οποίων οι παραλλαγές είναι μη ανιχνεύσιμες και χωρίς επιπτώσεις στην υγεία αυτων. Παρολα αυτα, σε ένα ιατρικό πλαίσιο, καθε ξεχωριστος βιοδείκτης αποτελει μια ουσία της οποίας η ανίχνευση υποδεικνύει μια συγκεκριμένη κατάσταση υγειας, ασθένειας ή το αποτελεσμα σε μια θεραπευτική παρέμβαση. Οποτε υπαρχουν αντικειμενικοι παραγοντες βαση των οποιων μπορουμε να προχωρησουμε σε εκβαση συμπερασματων ως προς το εαν καποιος νοσει η όχι. Τωρα αυτο που κανουμε για να βρουμε τους γενικους κανονες δακτυλου και τα γενικα ranges κατω απο τα οποια ενας οργανισμος βρισκεται σε ομοιοσταση ειναι το εξης: Μαζευουμε τεραστια δειγματα πληθυσμου συνηθως μεσω cohort ή case-control ή case-sectional study designs και παρατηρουμε κυριως το mortality και το morbidity των εκαστοτε πληθυσμων που βρισκονται υπο παρατηρηση. Κανοντας λοιπον ανα τακτα χρονικα διαστηματα τα απαραιτητα test που εχουμε ηδη καθορισει βλεπουμε τα δυο εξής 1)την νοσηροτητα και 2)την θνησιμοτητα. Παμε τωρα να ορισουμε αυτα. Νοσηρότητα είναι η κατάσταση του να είσαι συμπτωματικός ή μη υγιης ενω διακατεχεσαι απο μια ασθένεια ή ενα συνδρομο, και συνήθως αντιπροσωπεύεται ή εκτιμάται χρησιμοποιώντας τον επιπολασμό ή τη συχνότητα εμφάνισης της ασθενειας. Ο επιπολασμός περιγράφει το ποσοστό του πληθυσμού με ένα δεδομένο σύμπτωμα. Υπολογίζεται διαιρώντας τον αριθμό των προσβεβλημένων ατόμων με τον συνολικό αριθμό των ατόμων σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό. Συνήθως παρουσιάζεται ως αναλογία ή ως ποσοστό. Από την άλλη πλευρά, η συχνοτητα εμφανισης δείχνει τη συχνότητα με την οποία τα άτομα ενός συγκεκριμένου πληθυσμού αναπτύσσουν ένα δεδομένο σύμπτωμα της προαναφερθείσας ασθενειας. Υπολογίζεται διαιρώντας τον αριθμό των νεων περιπτώσεων εντός μιας καθορισμένης, συγκεκριμένης περιόδου με τον αριθμό των ατόμων εντός του πληθυσμού. Από την άλλη πλευρά, η θνησιμότητα σχετίζεται με τον αριθμό των θανάτων που προκλήθηκαν από το υπό διερεύνηση συμβάν υγείας. Μπορεί να κοινοποιηθεί ως ποσοστό ή ως απόλυτος αριθμός. Η θνησιμότητα συνήθως αντιπροσωπεύεται ως ποσοστό ανά 1000 άτομα, που ονομάζεται επίσης ποσοστό θνησιμότητας. Ο υπολογισμός για αυτό το ποσοστό είναι να διαιρεθεί ο αριθμός των θανάτων σε μια δεδομένη χρονική στιγμή για έναν δεδομένο πληθυσμό με τον συνολικό πληθυσμό. Οποτε οπως καταλαβαινουμε η νοσηρότητα και η θνησιμότητα είναι δύο τύποι αναδρομικών πληροφοριών που επιτρέπουν τη συνεχή αξιολόγηση της υγειας και της ασθενειας σε εναν δεδομενο πληθυσμο. Σε τελικη αναλυση, η θνησιμότητα παράλληλα με τη νοσηρότητα επιτρέπει στους επιδημιολόγους να μελετήσουν περαιτέρω τις επιβαρύνσεις που μπορεί να επιφέρει ένα συμβάν υγείας σε έναν πληθυσμό. Μεσω χρησης αυτων λοιπον καταληγουμε στους φυσιολογικους δεικτες υγειας στα ατομα τα οποια παρατηρηθηκε μακροζωια.

Report Page